σοης

σοης
    σόῃς
    2 л. sing. conjct. к * σόω См. σοω

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "σοης" в других словарях:

  • σόῃς — σόος fem dat pl (epic) σόω save pres subj act 2nd sg (epic) σῶς safe and sound fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σι, Μαρί-Ζοζέφ — (γνωστός ως Εζέν Σι Marie Joseph Sue ή Eugene Sue και στα ελληνικά, παλιότερα ως Ευγένιος Σόης). Γάλλος συγγραφέας (Παρίσι 1804 – Ανεσί 1857). Παρουσιάστηκε με ναυτικά μυθιστορήματα, όπως το «Ατάρ Γκουλ» (Atar Gull) αφιερωμένο στο Φέ νιμορ Κούπερ …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»